This shows you the differences between two versions of the page.
Both sides previous revision Previous revision Next revision | Previous revision | ||
el:magazines:traino:no_10:poems [2020/08/29 11:33] no_name12 |
el:magazines:traino:no_10:poems [2020/08/29 11:41] (current) no_name12 |
||
---|---|---|---|
Line 21: | Line 21: | ||
---- | ---- | ||
+ | Περπατώντας στο γεφύρι του πεπρωμένου / σ’ αντάμωσα χελιδόνι μου κι ήρθε με μιας / η Άνοιξη στο βροχερό ουρανό μου... / Έρχομαι και φεύγω, πάντα όμως μένω, / γράφοντας ευαίσθητα ηλίθια ρομαντικά στιχάκια / ένα σκαλί πριν την άβυσσο της μοναξιάς... / Που λες, στο γεφύρι του πεπρωμένου / σ’ αντάμωσα χελιδόνι μου κι’ άφησα το / βλέμμα μου σε σένα προχωρώντας και στο κενό / μιας σανίδας που έλειπε βρέθηκα να αιωρούμαι... / Γεράκια περιτριγυρίζουν το κορμί μου / κι αρχίζω να γελάω καθώς διαβάζω τι γράφω / ακούγοντας τη μουσική της ψυχής μου, / την επιθυμία μου να δω το πρόσωπο της αγάπης μου / και στα χέρια μου σφικτά να το κρατήσω, | ||
+ | |||
+ | **// | ||
+ | |||
+ | ---- | ||
+ | |||
+ | Σαν σε χτυπάει κάνα αστέρι κατακούτελα / οι ταυτότητες η μια μετά την άλλη μέσω σου / θ' αλλάξουν και μανιώδης τρέλα στο συνεπαρμό / της καταστροφής θα σε εκμηδενίσει. Αγνώριστη / συμπεριφορά κάθε προσδιορισμό θα σου εξαφανίσει / σ' απεριόριστα καλούπια. Οι αρχές σου θα τελειώνουνε / στα άκρα ενώ αυτοί θα ψάχνουν να σε βρουν / να σε εκδικηθούν με κίνητρα τον εγωισμό, | ||
+ | |||
+ | **// | ||
+ | |||
+ | ---- | ||
+ | |||
+ | **ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ** | ||
+ | |||
+ | Νύκτωσε. Η παλιά γειτονιά εκεί | ||
+ | όπου η θεοσεβούμενη Ελένη Παλαιολογίνα ολοκληρώνει τις αποκρυφιστικές ορμές της και σμίγει | ||
+ | με τον Άγιο Ανδρέα, | ||
+ | χρώμα της νύκτας, | ||
+ | από τα φώτα των πασάλλων της | ||
+ | ηλεκτρικής και των σπιτιών... δοσμένο από την πανσέλληνο της | ||
+ | δέκατης μέρας του Οκτώβρη... | ||
+ | Πλακόστρωτα σκαλιά, | ||
+ | που το δρόμο έξω από το μαγαζάκι του σκουπίζει... Περίμετρος | ||
+ | ματιού, | ||
+ | που χωρίς καθρέφτη κρέμμεται στο | ||
+ | στερεότυπο σκηνικό της εκθεσιακής μας πόλης. | ||
+ | |||
+ | Πολλοί επισκέπτες και μελετητές | ||
+ | αμφισβητούν τη γνησιότητα του πίνακα. Λένε πως κάτι λείπει και | ||
+ | δεν είναι αυθεντικός... Φέρνουν | ||
+ | παλιά φωτογραφία και πράγματι | ||
+ | κάτι λείπει. Λείπει ο γέρος που κοιμόταν στη βιτρίνα του μαγαζιού | ||
+ | του πάντα στην ίδια καρέκλα με τα | ||
+ | φώτα αναμμένα, | ||
+ | να παίζει, | ||
+ | μπιτόνια με βεντζίνα ... βίδες... κατσαβίδια... ποδήλατα... και κάθε | ||
+ | λογής εξάρτημα τους... Ο Γέρο | ||
+ | Κολλητήρης ο Μαυραγορίτης ποδηλατάς που σε πιο παλιά φωτογραφία διακρίνεται ανάμεσα σε | ||
+ | παρόμοιο περιβάλλον σε παρακάτω | ||
+ | μαγαζί γωνιακό να πίνει τον καφέ | ||
+ | του συντροφιά με παράγοντες του | ||
+ | Ακέλ αριστεράς της τότε εποχής. | ||
+ | Στον τοίχο μπορείς να τον ξεχωρίσεις παιδαρέλλι ακόμα με κοντοπαντέλονο στο μαγαζί ανάμεσα | ||
+ | στα προηγούμενα δυο - το πρώτο | ||
+ | του μαγαζί που ποτέ δεν έγινε | ||
+ | δικό του - τυπωμένο σε κιτρινισμένη φωτογραφία... Ο Γέρο | ||
+ | Κολλητήρης ο πρώτος αμαξάς που | ||
+ | έγινε ταξιτζής και στα γεράματα | ||
+ | του πίστευε πως ήταν ασυγχώρητος, | ||
+ | |||
+ | Σβήνει η στιγμή και σε φωτογραφία | ||
+ | σημερινή της Δέκατης πέμπτης | ||
+ | μέρας του Οκτώβρη... πλακόστρωτα σκαλιά, | ||
+ | αδειανό, | ||
+ | κάτι να γράφω, παραπάνω ένας | ||
+ | μαυραγορίτης γέροςπου το δρόμο | ||
+ | έξω από το μαγαζάκι του σκουπίζει. Βιτρίνα μαγαζιού με τα φώτα | ||
+ | σβησμένα. Μαύρο παννί με αρχικά | ||
+ | Μ.Ν.Κ. στη θέση του Γέρο Κολλητήρη που στις φωτογραφίες των | ||
+ | τελευταίων εβδομηνταέξι χρόνων ήταν πάντα εδώ ... | ||
+ | |||
+ | //**Μ**// | ||