Αυτό το ηλεκτρονικό άρθρο δημοσιεύτηκε τον Μάη του 2016 από τον εκλογικό σχηματισμό Δράσυ-Eylem.
Ανακοίνωση της Δικοινοτικής Ριζοσπαστικής Αριστερής Συνεργασίας (ΔΡΑΣΥ-EYLEM) για τις βουλευτικές εκλογές της 22ας Μαΐου 2016
Οι εκλογές στις 22 Μάη είναι οι πρώτες βουλευτικές εκλογές μετά την επιβολή του μνημονίου. Τα τρία χρόνια διακυβέρνησης Αναστασιάδη και ΔΗΣΥ ήταν μια περίοδος σκληρής λιτότητας, περικοπών, ιδιωτικοποιήσεων και αποδόμησης του όποιου κράτους προνοίας υπήρχε.
Τα στοιχεία είναι ενδεικτικά. Το ένα τρίτο σχεδόν του πληθυσμού, 234,000 άτομα ζουν στο όριο της φτώχειας. Οι μισθοί και οι συντάξεις μειώθηκαν κατά 25% - 30%. Η ανεργία βρίσκεται στο 16% ενώ στους νέους φτάνει το 30%. Οι κοινωνικές παροχές μειώθηκαν κατά 360 εκατομμύρια τα τρία τελευταία χρόνια, με τα μισά σχεδόν από αυτά να περικόπτονται από τον τομέα της Υγείας. Το ένα τρίτο του πληθυσμού δυσκολεύεται να πληρώνει τις δόσεις των δανείων του και κινδυνεύει να χάσει το σπίτι του.
Εκτός από το ποσοστό κόκκινων δανείων, ο μόνος δείκτης που είχε αύξηση τα τελευταία χρόνια είναι αυτός που δείχνει πόσο μεγάλωσε η διαφορά ανάμεσα στα εισοδήματα του πλουσιότερου 10% που αυξήθηκαν κατά 20% σε σχέση με το φτωχότερο 20% του πληθυσμού που μειώθηκαν κατά 30%. Με απλά λόγια οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Οι εκλογές είναι μια ευκαιρία να πούμε όχι σ ΄αυτή την πολιτική. Να πούμε φτάνει πια. Να πληρώσουν αυτοί που δημιούργησαν το πρόβλημα, οι τραπεζίτες και οι κερδοσκόποι της αγοράς και όχι οι εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και οι νεολαίοι.
Μαυρίζουμε τις πολιτικές λιτότητας και στεκόμαστε στο πλευρό όσων αντιστέκονται σε αυτές όπως οι νοσηλευτές, οι γιατροί των δημόσιων νοσοκομείων, οι εργαζόμενοι στους ημικρατικούς οργανισμούς και άλλοι. Η διαδικασία των διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού επί Αναστασιάδη οδήγησε ουσιαστικά στις συγκλήσεις Χριστόφια-Ταλάτ, οι οποίες θα έπρεπε να είναι η αφετηρία και όχι η κατάληξη των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης ΔΗΣΥ. Μικροκομματικά συμφέροντα και εκλογικοθυρικές ανησυχίες καθυστέρησαν την πρόοδο των συνομιλιών με κίνδυνο να χαθεί η θετική συγκυρία για επίτευξη μιας συμφωνημένης διευθέτησης του Κυπριακού στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα των κοινοτήτων.
Οι εκλογές είναι ευκαιρία να πούμε όχι και στα κόμματα του απορριπτισμού, που η πολιτική τους στο Κυπριακό συνηγορεί υπέρ της διαιώνισης της ντε φάκτο διχοτόμησης, ενώ ταυτόχρονα στηρίζουν τις πολιτικές λιτότητας του Συναγερμού.
Απογοήτευση όμως προκαλεί και η πολιτική του ΑΚΕΛ: Πρώτη η κυβέρνηση Χριστόφια συνομολόγησε με την τρόικα ένα μνημόνιο, αποδεχόμενη έτσι και επίσημα τη λογική των πολιτικών λιτότητας, αντί να επιλέξει την ρήξη με το κυπριακό οικονομικό κατεστημένο υποχρεώνοντας το να υποστεί το κόστος της κρίσης που δημιούργησε. Είναι για αυτό που η κριτική προς την κυβέρνηση ΔΗΣΥ για τα μέτρα λιτότητας και τις μνημονιακές πολιτικές της δεν είναι πειστική. Το ΑΚΕΛ, άλλωστε, ψήφισε μαζί με τα άλλα κόμματα το νομοσχέδιο για τις εκποιήσεις κάνοντας κάποιες τροπολογίες που στο τέλος κηρύχτηκαν αντισυνταγματικές και ο νόμος έμεινε όπως τον ήθελε η κυβέρνηση.
Το ΑΚΕΛ οργάνωσε βέβαια κάποιες κινητοποιήσεις αλλά ήταν πολύ ανεπαρκείς για να βάλουν σε κίνηση ένα πραγματικό κίνημα αντίστασης και να αξιοποιήσουν σε αυτή τη κατεύθυνση και τις απεργίες που έγιναν αυτή την περίοδο. Το όλο σκηνικό συμπληρώνεται από μια σειρά σκάνδαλα με μίζες που είδαν το φως της δημοσιότητας στα οποία εμπλέκονται κρατικοί αξιωματούχοι, Δήμαρχοι, βουλευτές από όλα τα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου και του ΑΚΕΛ.
Όσον αφορά το κυπριακό το ΑΚΕΛ δυστυχώς δεν τα κατάφερε να καταστήσει τη διαδικασία της λύσης σαν υπόθεση του ιδίου του λαού. Βασικά αιτήματα όπως η θεμελίωση κοινωνικών δικαιωμάτων, ο κοινός κώδικας εργασιακών σχέσεων με αναβαθμισμένη τη κατοχύρωση των εργατικών δικαιωμάτων θα έπρεπε να αποτελούν ένα κοινό αγωνιστικό πλαίσιο μεταξύ των ε/κ και τ/κ εργαζομένων με συνεχείς ενέργειες προωθητικού χαρακτήρα που να αγκαλιάζουν όλο το λαό . Η λαϊκή συμμετοχική αντίληψη στις διαδικασίες επίλυσης εκτός από το γεγονός ότι αποτελεί τροχοπέδη στις προσπάθειες της δεξιάς για καθιέρωση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου διοίκησης θα λειτουργήσει τέλος και σαν μια ασπίδα προστασίας της λύσης στα πρώτα δύσκολα χρόνια εφαρμογής της.
Πολύς κόσμος της αριστεράς νοιώθει άβολα να ψηφίσει το ΑΚΕΛ ή θα το κάνει με βαριά καρδιά. Αρκετοί από αυτούς όμως θα στήριζαν ένα αξιόπιστο ψηφοδέλτιο στα αριστερά του ΑΚΕΛ και θα το χρησιμοποιούσαν για να μαυρίσουν το Συναγερμό και όσους τον βοηθούν να περνά αυτές τις πολιτικές, όπως και τους απορριπτικούς εθνικιστές. Δυστυχώς αυτό δεν έγινε δυνατό σε αυτές τις εκλογές.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μένουμε αδιάφοροι ή ουδέτεροι παρατηρητές στις εκλογές. Είναι μια μάχη που έχει τη σημασία της για τους εργαζόμενους. Μια ενίσχυση του Συναγερμού θα σημαίνει την επιβράβευση της πολιτικής που μας επιβάλλει αυτά τα τρία χρόνια. Αντίθετα μια μείωση της δύναμης του θα καταγραφεί σαν αποδοκιμασία της πολιτικής του. Το ίδιο ισχύει για τους απορριπτικούς εθνικιστές και τους φασίστες.
Η αποχή μπορεί να δίνει την ψευδαίσθηση σε κάποιους ότι κρατάνε την ψήφο τους καθαρή αλλά στην ουσία και η αποχή θα παίξει ρόλο στη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Για παράδειγμα μια μεγάλη αποχή ευνοεί τα μικρά εθνικιστικά κόμματα και το νεοναζιστικό ΕΛΑΜ γιατί θα παρουσιάσει τα ποσοστά τους ανεβασμένα και ίσως τους επιτρέψει και την είσοδο στη Βουλή.
Με αυτά τα δεδομένα σε αυτές τις εκλογές ψηφίζουμε ΑΚΕΛ. Όσο και αν δεν συμφωνούμε με την πολιτική που ακολούθησε όλα αυτά τα χρόνια, τουλάχιστον δεν ασπάζεται και δεν συνηγορεί με το νεοφιλελεύθερο παραλήρημα των κυβερνώντων και των συνοδοιπόρων τους. Είναι το κόμμα που κρατά μια στάση συνεργασίας και συμφιλίωσης με τους Τουρκοκύπριους. Η ψήφος μας δεν σημαίνει ότι του δίνουμε πολιτική υποστήριξη. Απλώς χρησιμοποιούμε το ψηφοδέλτιο του για να μαυρίσουμε τον Συναγερμό, τα απορριπτικά μικρά κόμματα και το νεοναζιστικό ΕΛΑΜ που αποτελεί παράρτημα της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή.
Συνεχίζουμε να εργαζόμαστε για τη δημιουργία μιας ισχυρής ριζοσπαστικής αριστεράς, την οποία θεωρούμε αναγκαία για την αποτελεσματική αντίσταση στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και την αλλαγή του πολιτικο-κοινωνικού συσχετισμού δυνάμεων υπέρ της εργασίας, καθώς και για την έμπρακτη στήριξη της προοπτικής για μια κοινά αποδεκτή διευθέτηση στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα των κοινοτήτων αλλά και στην ειρηνική εφαρμογή αυτής της διευθέτησης.
Δικοινοτική Ριζοσπαστική Αριστερή Συνεργασία (ΔΡΑΣΥ-EYLEM).