Σ' αυτό το τεύχος δημοσιεύονται 4 κείμενα σχολίων και
επέκτασης πάνω στο αφιέρωμα του προηγούμενου τεύχους. Την
ταυτότητα των κυπριών, την κυπριακή συνείδηση και την εθνική
ιδεολογία.
Το πρώτο άρθρο είναι μια κριτική της προβληματικής για την ταυτότητα απ' την ταξική οπτική του προλεταριακού διεθνισμού.
Το δεύτερο είναι μια απάντηση και μια προσπάθεια ανάλυσης των ελευθεριακών προοπτικών της “εξέγερσης των ιθαγενών” - της κριτικής δηλαδή του εθνικού λόγου, μέσα από την αναδημιουργία πλουραλιστικών ταυτοτήτων - και την ξανακάλυψη των ελευθεριακών καταβολών των ομοσπονδιακών πολιτικών συστημάτων και της αποκέντρωσης/αποδόμησης της συγκεντρωτικής εξουσίας του έθνους-κράτους στα πλαίσια της ιστορικής δυναμικής της ενοποίησης του πλανήτη.
Το τρίτο κείμενο επαναφέρει την ανάγκη Μαρξιστικής ανάλυσης του έθνους και της εθνικής συγκρότησης και τονίζει την αντίφαση δύο διαστάσεων του καπιταλιστικού σχηματισμού στην Κύπρο - της κοινωνικο-οικονομική πραγματικότητας (ενός ανεξαρτήτου χώρου - χώρας) και της πνευματικής που εποικίσθηκε από τον Ελληνικό και Τούρκικο εθνικισμό.
Το τέταρτο κείμενο ξεκινά από τα διλήμματα των Κυπρίων μεταναστών της Βρεττανίας (κατά πόσο είναι Ευρωπαϊκή ή μη Ευρωπαϊκή μειοψηφία) και χρησιμοποιώντας τις εμπειρίες των τριτοκοσμικών λαών (πολιτικός, πολιτιστικός και ψυχολογικός αποικισμός) προχωρεί στη διατύπωση μιας τολμηρής αντιπολίτευσης στο μονοδιάστατο Ευρωκεντρικό λόγο που κατακλύζει ολοκληρωτικά τα Media. “Οι Κύπριοι δεν είναι Ευρωπαίοι”. Είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί κανένας με την Αγάίη και την προβληματική της ταυτότητας πουαναπτύσσει, στο τέλος θα πρέπει να απαντήσει στο αδίσταχτο ερώτημα της:
Θα είμαστε πράγματι η πρώτη, ίσως και η μόνη, τέως αποικία
που θα επιστρέφουμε τόσο χαρούμενα και πηδηχτά στο club
των τέως αποικιοκρατών; Και αν είναι να γίνει, είναι ανάγκη να
κάνουμε τόση χαρά; Τόσα ηλίθια χαμόγελα; Λίγη σεμνότητα
τουλάχιστον. Λίγη Αξιοπρέπεια.